στοχασμῶν

στοχασμῶν
στοχασμός
guessing
masc gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • πλάνη — Παραδρομή του πνεύματος, το οποίο, κατά τη διαδρομή των ενεργειών του, χάνει την ορθή κατεύθυνση και καταλήγει να θεωρεί ως αληθινό εκείνο που είναι εσφαλμένο ή αντίστροφα. Η π. χαρακτηρίζεται από αδικαιολόγητη πίστη στην αντικειμενική αξία… …   Dictionary of Greek

  • Κιρεγέφσκι, Ιβάν Βασίλιεβιτς — (Ivan Vasilyevich Kireyevsky, Μόσχα 1806 – Αγία Πετρούπολη 1856). Ρώσος στοχαστής. Καταγόταν από παλιά οικογένεια ευγενών και έλαβε επιμελημένη μόρφωση, την οποία συμπλήρωσε στη Μόσχα και στη συνέχεια στη δυτική Ευρώπη. Αρχικά υπήρξε ένθερμος… …   Dictionary of Greek

  • Ματσάδο ντε Ασίς, Χοακίμ Μαρία — (Joaquim Maria Machado De Assis, Ρίο ντε Τζανέιρο 1839 – 1908). Βραζιλιανός πεζογράφος, ποιητής, κριτικός και θεατρικός συγγραφέας. Θεωρείται ο σημαντικότερος Βραζιλιανός συγγραφέας του 19ου αι. και ένας από τους μεγαλύτερους πεζογράφους της… …   Dictionary of Greek

  • Μπρόκες, Μπάρτολντ Χάινριχ — (Barthold Heireich Brockes, 1680 – 1747). Γερμανός ποιητής. Διετέλεσε υπουργός και τιμήθηκε με πολλούς τίτλους από τον αυτοκράτορα Φραγκίσκο A’. Ίδρυσε στο Αμβούργο τη «Γερμανόφιλη Εταιρεία» και την «Πατριωτική Εταιρεία». Η δεύτερη είχε ως όργανο …   Dictionary of Greek

  • Ντεφόε, Ντάνιελ — (Daniel Defoe, Λονδίνο περ. 1660 – Μούρφιλντς 1731). Άγγλος συγγραφέας. Γιος εμπόρου, ασχολήθηκε κι αυτός για ένα διάστημα με το εμπόριο. Η ζωή όμως και η προσωπικότητα του Ν. δεν είναι εκείνες του τίμιου και επίμονου βιοτέχνη, του υπομονετικού… …   Dictionary of Greek

  • Παουστόφσκι, Κονσταντίν Γκεόργκεβιτς — (Κίεβο 1892 – Μόσχα 1968). Σοβιετικός συγγραφέας. Δημοσίευσε τα πρώτα διηγήματά του το 1911, αλλά αφιερώθηκε μετά σε ποικίλα επαγγέλματα και σε μια μακρόχρονη δημοσιογραφική θητεία. Μεταξύ 1916 και 1923 έγραψε τους Ρομαντικούς, ένα μυθιστόρημα με …   Dictionary of Greek

  • Παράσχος, Κλέων — (Πύργος Βουλγαρίας 1896 – Αθήνα 1964). Κριτικός και ποιητής. Σπούδασε εμπορικά στην Ελβετία, διετέλεσε καθηγητής της γαλλικής γλώσσας και τελικά δημοσιογράφησε σε πολλές αθηναϊκές εφημερίδες. Για ένα διάστημα εργάστηκε και στο υπουργείο Τύπου. Ο… …   Dictionary of Greek

  • Πασκάλ, Μπλενζ — (Pascal Blaise, Κλερμόν Φεράν, Oβέρνη 1623 – Παρίσι 1662). Γάλλος φιλόσοφος, επιστήμονας και συγγραφέας. Ο πατέρας του (Ετιέν Πασκάλ), κρατικός αξιωματούχος που είχε εγκατασταθεί στο Παρίσι, φρόντισε για τη μόρφωσή του. Ο Μπλεζ έδειξε τόσο πρώιμα …   Dictionary of Greek

  • Σαιντ - Εξιπερί, Αντουάν ντε- — (Saint Exupery). Γάλλος συγγραφέας (Λυών 1900 Τυρρηνικό πέλαγος 1944). Αφού πήρε δίπλωμα πιλότου, υπηρέτησε στις πολιτικές αεροπορικές γραμμές. Στη διάρκεια της Αντίστασης πήρε μέρος σε διάφορες αεροπορικές επιχειρήσεις και σκοτώθηκε πολεμώντας,… …   Dictionary of Greek

  • Σαμφόρ — (Chamfort, ψευδώνυμο του Nicolas – Sebastien Roch). Γάλλος συγγραφέας (Κλερμόν 1740 – Παρίσι 1794). Πολύ γρήγορα έγινε δεκτός στους παρισινούς φιλολογικούς κύκλους, όπου τον εκτιμούσαν ιδιαίτερα για το δηκτικό και σπινθηροβόλο πνεύμα του: έγραψε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”